Ο δουλευτής
Τιθάσεψε τις σκέψεις σου
γίνε ραγιάς ανάγκης
Κοντολογίς μήδε μιλιά
κι ανάσα μετρημένη.
Χάσου τ’ονείρου ηδονή
για μια χαψιά ψωμί.
Απόσκιασε ο δρόμος σου,
λιαχτίδα γλείψιμο γυρεύει
Τ’αγέρα κουρσεψε το βιος
και βάλτο στην καρδιά σου.
Το δειλινό να προσμετράς
απάνω σου τον χρόνο.
Σε καταβόθρα λησμονιάς
στέκεσαι ανήμπορος να πέσεις.
Κι αποζητάς παράταση ντροπής
προτού χαθείς στο χάος.
Γύρνα ξωπίσω σου να δεις
μιλιούνια είν΄τ’αδέλφια.
Reply
You must be logged in to post a comment.
No comments
Comments feed for this article